Η ανθρωπολόγος Justyna Kargus δήλωσε ότι η ανακάλυψη ενός «τάφου βαμπίρ» σε εκκλησία είναι εξαιρετικά σπάνια. Εξήγησε ότι «κανείς δεν περιμένει να βρει ένα βαμπίρ σε μια εκκλησία». Συνήθως, άτομα που θεωρούνταν ύποπτα για βαμπιρισμό θα θάβονταν μακριά από τις τοπικές κοινότητες ή σε νεκροταφεία, ενώ στο εσωτερικό των εκκλησιών θα θάβονταν κληρικοί και αξιόλογοι συνάνθρωποι. Η ανακάλυψη αυτή προκάλεσε ερωτήματα σχετικά με την ταυτότητα του άνδρα και την αιτία του φόβου που ενδεχομένως να είχε δημιουργηθεί στην τοπική κοινωνία.
Σε άλλες περιοχές της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης, υπάρχουν αρχεία μύθων που χρονολογούνται από τον 11ο αιώνα, οι οποίοι μαρτυρούν τις προκαταλήψεις για τους νεκρούς. Πολλοί πίστευαν ότι κάποιοι από αυτούς θα μπορούσαν να επιστρέψουν ως τέρατα και να τρομοκρατήσουν τους ζωντανούς. Στην Πολωνία, οι θρύλοι αυτοί οδήγησαν σε άλλες ανακαλύψεις βαμπίρ, όπως τα πρόσφατα ευρήματα αποκεφαλισμένων λειψάνων, συμπεριλαμβανομένων μικρών παιδιών σε διάφορες περιοχές της χώρας.
Η πίστη στους θρύλους των βαμπίρ είχε διαδοθεί τόσο πολύ ώστε προκάλεσε μαζική υστερία, με κατηγορίες κατά ανθρώπων που θεωρούνταν βαμπίρ, πολλές φορές οδηγώντας σε εκτελέσεις. Στις περισσότερες περιπτώσεις, οι άνθρωποι που πέθαιναν πρόωρα, όπως από αυτοκτονία, ήταν εκείνοι που συχνά στοχοποιούνταν. Ποικίλες τεχνικές χρησιμοποιούνταν για να εξασφαλίσουν ότι οι «βρικόλακες» δεν θα επιστρέψουν, όπως η τοποθέτηση δρεπανιού γύρω από το λαιμό, λουκέτων στο πτώμα ή νομισμάτων στα μάτια.
Πηγή: newsbomb.gr